ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
ΝΕΕΣ ΑΦΙΞΕΙΣ
- 8 Αυγούστου
Λατινικά ( Τεύχος Α ) Β Λυκείου - 15 Ιουλίου
Διόφαντος ΟΕΔΒ Σετ Α' Λυκείου (NTYMENΑ) - 15 Ιουλίου
Θρησκευτικά Β' Λυκείου ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΑ
ΝΕΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
-
16/05Τιμή: 22,20 19,98-10%
-
23/11Τιμή: 14,90 13,41-10%
-
20/09Τιμή: 11,10 9,99-10%
ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ
-
03/11Τιμή: 60,00
-
03/11Τιμή: 50,00
-
03/11Τιμή: 60,00
-
01/07Τιμή: 10,00
BEST SELLERS 2024
-
Επιβάτης 23Τιμή: 17,70 15,93-10%
-
Αναζητώντας την ελπίδαΤιμή: 17,70 15,93-10%
-
Το μωρό της σοφίταςΤιμή: 18,80 16,92-10%
All time Bests...»
Ο καιρός του καθενός
Λιανική τιμή: €10,65
Τιμή Bestseller: €9,59
Συγγραφέας: Νόλλας Δημήτρης
Εκδότης: Καστανιώτη
Κατηγορία: Έλληνες Συγγραφείς
ISBN: 9789600350982
Ημερομηνία έκδοσης: 25/05/2010
ΑγοράΠεριγραφή
"Σοβαρά", είπε πολύ σοβαρά ο Ηλίας. "Οι νεκροί υπάρχουν για να αναφέρονται σ' αυτούς οι ζωντανοί και να παίρνουν δύναμη... Κι εμείς περισσότερο απ' τους άλλους, από τη λάσπη που μας περιβάλλει, πρέπει να τους τιμάμε. Γιατί εμείς είμαστε η βαθύτερη συνείδηση μιας πάσχουσας κοινωνίας. Ενός κόσμου πτωμάτων... Γιατί με κοιτάς σαν να μην καταλαβαίνεις τι λέω;"
"Δεν σημαίνουν τίποτα όλα αυτά", είπε στεγνά ο Μισέλ.
"Σημαίνουν. Εσύ δεν βγάζεις νόημα".
"Άκου να δεις. Αν δεν αφανιστεί αυτός ο κόσμος των πτωμάτων, όπως τον λες, απ' το δικό μας χέρι, δεν κάνουμε τίποτα, δεν σημαίνουν τίποτα όλ' αυτά. Επιμένω. Κι αυτά γίνονται αποκλειστικά με τους ζωντανούς και με τους αγώνες".
Μια ιστορία για την αέναη ανανέωση των διακόνων της εξουσίας. Για τους τρελαμένους εραστές της. Για εκείνους που, ως εξεγερμένοι μπουρλοτιέρηδες και υμνητές της ολοκληρωτικής καταστροφής της, εθελοντικώς προσέρχονται στα θυσιαστήρια, τα καθ' οδόν προς τη λατρεία της ευρισκόμενα.
Για τα εθελόδουλα τάγματα των αναλισκομένων και ουδέποτε αφανιζομένων "εχθρών" της.
Για την οδό προς τον επίγειο παράδεισο, με την αποφορά της καμένης σάρκας και των συρματοπλεγμάτων, αναγκαίων για την προστασία της επί γης ευτυχίας.
Ένα μικρό σχόλιο σ' ένα μεγάλο θέμα.
Σελ. 105
Κριτικές:
"Υπάρχει κάτι πέτρινο στο τελευταίο μυθιστόρημα του Δημήτρη Νόλλα «Ο καιρός του καθενός» (Καστανιώτης, σελ. 105). Στο προσκήνιο: Μια εννεαμελής ομάδα τρομοκρατών, στα σαράντα με πενήντα τους οι παλαιότεροι, στα είκοσι με είκοσι πέντε τους οι νεότεροι. Η υπόθεση: Η άκαιρη ανάφλεξη εκρηκτικού μηχανισμού που προοριζόταν για την ανατίναξη κεντρικού κτηρίου καταλήγει στον θανατηφόρο διαμελισμό μέλους της ομάδας. Οι νεότεροι προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το γεγονός σε επικήδειο δείπνο. Κι έτσι αρχίζουν να χτίζουν μέσα από τους σκοτεινούς συλλογισμούς, τους διαλόγους και τις διαρκείς αναδρομές στο παρελθόν, μια ιστορία της οποίας προεξάρχον χαρακτηριστικό είναι η αιματηρή κατάληξη κάθε της τροπής, κατάληξη προβλέψιμη και αναπόδραστη και για τούτο αναγώγιμη στην τραγωδία. Ο γλυκολάλητος αφηγητής με το ψευδώνυμο Ούτι θα μπορούσε να θεωρηθεί ο άγγελος. Και τα ιντερμέδια με τις λυρικές αποστροφές και τις πεζές δημοσιογραφικές ειδήσεις ατυχημάτων και εγκλημάτων, θα μπορούσαν να αποτελούν χορικά περιπετειών των οποίων οι δράστες κατά βάθος γνωρίζουν πως μόνον καταστροφή μπορεί να γεννήσουν.
Τα επεισόδια που οι πρωταγωνιστές δεν χάνουν την ευκαιρία να αφηγηθούν πάνε πολύ πίσω – στην επτάχρονη δικτατορία, στην Κατοχή, στον Εμφύλιο και στις μεσοπολεμικές Διεθνείς Ταξιαρχίες. Πρόκειται για ιστορίες επαναστατών που αναμειγνύονται με όπλα και ληστείες, για περιπέτειες συνωμοτών που παίρνουν μέρος σε μυστικά ραντεβού, ανθρώπων που βρέθηκαν στο στόχαστρο των Γερμανών, που πέρασαν στην υπερορία, που έστησαν ενέδρες, που εκτέλεσαν εν ψυχρώ, που φυλακίστηκαν στη χούντα. Μόνο που η διεισδυτική ματιά του Νόλλα δεν αφήνει περιθώρια για αποχρώσεις. Στις εξιστορήσεις του δεν υπάρχουν αντιστασιακές πράξεις με θετικό πρόσημο και απεχθείς τρομοκρατικές δράσεις. Υπάρχουν πράξεις που έχουν έναν και μόνο κοινό παρονομαστή που είναι η αμιγής βία. Είναι ο νόμος του αίματος που δεν κάνει διακρίσεις. Διότι όπως προκύπτει απ' την αφήγηση που κάνει το Ούτι –αυτός ο διαχρονικός αοιδός που μετατρέπει την πιο αιματοβαμμένη υπόθεση σε σαγηνευτικό μύθο– όταν οι αθέατοι εσωτερικοί μηχανισμοί του ανεξέλεγκτου μίσους αρχίσουν να κινούνται, δεν ξέρουν πώς και πού θα τερματίσουν. Οπως με ψυχρή αποφασιστικότητα οι επαναστάτες στρέφονται κατά του ταξικού εχθρού και του καταπατητή της δημοκρατίας, ομοίως σφαγιάζουν τον ομοαίματο αδελφό και τον σύντροφο, για να καταλήξουν στην ίδια τους την καταστροφή όταν απελπισμένοι αυτοκτονούν ή όταν ασυνείδητα αυτοεξοντώνονται στο παιχνίδι που παίζουν με τη φωτιά και με την ακόμα πιο επικίνδυνη οργή των ανθρώπων. Ολόκληρο το μυθιστόρημα του Νόλλα απεικονίζει άλλωστε μια προνομιακή στιγμή στην ιστορία αυτής της ομάδας. Είναι η ώρα που οι αδελφοκτόνοι λογαριασμοί ανάμεσα στους παλαιότερους τρομοκράτες κλείνουν, ρίχνοντας την παραφυάδα τους για έναν καινούργιο κύκλο αίματος που θα αρχίσει ανάμεσα στους νεότερους. Οι συνομώτες πιστεύουν ακράδαντα πως εκπροσωπούν τη βαθύτερη συνείδηση μιας πάσχουσας κοινωνίας. Στην πραγματικότητα όμως δεν αποτελούν παρά στρεβλό ομοίωμα της κοινότητας που μισούν – για να βιώσουν στο τέλος τη βαθιά απογοήτευση πως υπήρξαν παράταιροι, πως κινήθηκαν ασύμπτωτα, πως έζησαν στις παρυφές και όχι στο κέντρο της Ιστορίας.
«Ο καιρός του καθενός» δεν διαθέτει τη γοητεία άλλων έργων του Νόλλα όπως το «Ναυαγίων πλάσματα» (2009) ή το «Από την μια εικόνα στην άλλη». Αποτελεί ένα είδος, ας πούμε, απολογιστικής πραγματείας που κάθε τόσο διακόπτεται από περιγραφές και μεταφορές που αποτελούν αμιγές λογοτεχνικό χρυσάφι: Οπως η εικόνα των δύο τρομοκρατών που κάτω από το φως της βραδινής λάμπας του δρόμου, σκύβουν με τα χέρια δεμένα στην πλάτη για ν' ακούσουν προσεκτικά ο ένας τον άλλο μοιάζοντας με πρόωρα γερασμένους δασκάλους. Ή, η στιγμή που ο τρόμος του θανάτου διαποτίζει τον ήρωα σαν το πρωινό φως που περνά μέσα από τα στόρια και διαχέεται στο χώρο, αποκαλύπτοντας του εξίσου ξαφνικά τη βαθιά του παρανόηση για τις τροπές της Ιστορίας. Παλιότερα είχα εκφράσει επιφυλάξεις για το κατά πόσον ήταν λειτουργικά όλα τα κομμάτια του μυθιστορήματος «Φωτεινή μαγική» (2000). Τώρα νομίζω πως είχα λάθος. Διότι υπακούουν σε διαφορετική λογική αυτού του είδους τα έργα. «Ο καιρός του καθενός» διαθέτει λόγου χάρη την ανεπανάληπτη δύναμη που κρύβει στα σπλάχνα του ένα χοντροπελεκημένο αγκωνάρι όταν, πάνω στη σκληρή επιφάνεια της πέτρας, κατά τόπους αναφαίνονται μισοτελειωμένες οι υποβλητικές μορφές ανθρώπων που σε αρπάζουν με την ασφυκτικά χαλύβδινη λαβή που εφαρμόζει πάνω σου η δραματικη έντασή του σώματος και της έκφρασής τους."
Ελισάβετ Κοτζιά, "Η Καθημερινή"/ "Τέχνες και Γράμματα", 13.6.2010
"Επεισόδια από την καθημερινότητα μιας τρομοκρατικής οργάνωσης στην Αθήνα, τα οποία εκτυλίσσονται μετά το σκάνδαλο Κοσκωτά και την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, αφηγείται ο Δημήτρης Νόλλας στο καινούργιο βιβλίο του. Αρχίζει με τον θάνατο ενός από τα νεότερα μέλη της οργάνωσης, που σκοτώνεται στη διάρκεια μιας αποτυχημένης «επιχείρησης», και καταλήγει σε «ξεκαθάρισμα λογαριασμών» ανάμεσα στα ηγετικά στελέχη της.
Ο Αθως, το Ούτι, η Χαρά, ο Ηλίας, ο Μισέλ, η Ευτυχία είναι τα νεότερα μέλη της οργάνωσης. Ολοι τους γύρω στα είκοσι πέντε, γεννημένοι ανάμεσα στα Ιουλιανά και στην 21η Απριλίου, «γνωρίζουν την πρόσφατη ιστορία, όπως γνωρίζουν και για τον Κολοκοτρώνη, από διαβάσματα». Στρατολογήθηκαν στην οργάνωση προερχόμενοι άλλοι από εξωκοινοβουλευτικές παρατάξεις, άλλοι από παρέες μικροαπατεώνων, ενώ κάποιοι, όπως η Ευτυχία, μπήκαν στην οργάνωση γιατί εκεί βρήκαν το νόημα που αναζητούσαν στη ζωή τους. Ιδρυ τικά μέλη είναι τρεις σαραντάρηδες-πενηντάρηδες: ο Καλός, ο Ιάκωβος και ο Γιατρός. Από τον χώρο της τροτσκιστικής Αριστεράς, γνωρίζουν τους κλασικούς της επανάστασης και τη γαλλική λογοτεχνία, έζησαν τα χρόνια της δικτατορίας και ξέρουν πολλά πράγματα από πρώτο χέρι. Οι παλιοί, θεωρητικοί και ιδεολόγοι, έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς από τα χρόνια της αρχικής συγκρότησης της οργάνωσης και μέσα από τις θεωρητικές συζητήσεις και τις διαμάχες τους τα νεότερα μέλη παρακολουθούν την κλιμάκωση του υπόγειου πολέμου μεταξύ τους.
Το μυθιστόρημα διατρέχει πενήντα χρόνια ελληνικής ιστορίας, από την Κατοχή και μετά, και αποτυπώνει τον διχασμό στους κόλπους της Αριστεράς και της ελληνικής κοινωνίας. Μέσα στο σκηνικό της Ιστορίας αναπτύσσεται ο κεντρικός προβληματισμός του συγγραφέα για τον θάνατο, την κοινή μοίρα: του Αθου που σκοτώνεται, του πατέρα του που αυτοκτονεί μη μπορώντας να αντισταθεί στις πιέσεις των γιων του να εκσυγχρονίσουν το κρασοπουλειό του, του εκτελεστή της ΟΠΛΑ που πεθαίνει ξεχασμένος σε μια κρύπτη, του φρουρού της τράπεζας που σκότωσε ο Αθως στη διάρκεια μιας ληστείας, του Πόντιου που ήταν αναλώσιμος για χάρη των σκοπών του Κόμματος. Ο καιρός του καθενός, ο καιρός της απόσυρσης, φτάνει παντού, «στο Καπιτώλιο, στα ανάκτορα των Δόγηδων, στον Πύργο του Λονδίνου, στο Κρεμλίνο αλλά και σε ένα σιτσιλιάνικο εστιατόριο του Σικάγου, παντού όπου ο θρόνος και το ικρίωμα αποτελούν τους δύο φυσικούς πυλώνες της εξουσίας». Από την κορυφή ενός σωρού με κόκαλα η Ιστορία φαίνεται διαφορετική και το χαλαρό πλαίσιο της δράσης επιτρέπει στους ήρωες να συζητούν και να στοχάζονται για το καλό και το κακό, τη θρησκεία του Κόμματος και της Εκκλησίας, την ιδεολογία και την ύπαρξη, τα πράγματα και τα φαινόμενα, τη σκέψη και τη δράση, τις πολιτικές σκοπιμότητες και τα ανθρώπινα πάθη, την ενοχή και τη λύτρωση, σε ένα μυθιστόρημα εν τέλει υπαρξιακό.
Η αφήγηση αποτελείται από επτά κεφάλαια. Ανάμεσά τους παρεμβάλλονται έξι «ιντερμέδια» με τον γενικό τίτλο «Τα λόγια μας τα φτερωτά»,τα οποία συντίθενται από κείμενα ποιητικής διάθεσης,στίχους τραγουδιών και ειδήσεις από το αστυνομικό δελτίο εφημερίδων για το διάστημα Ιούλιος- Σεπτέμβριος του 1990.Τα τεκμήρια αυτά,το προειδοποιητικό σημείωμα στην αρχή του βιβλίου για τυχόν ομοιότητες με πραγματικά πρόσωπα και γεγονότα και το καταληκτικό σημείωμα για τις διακειμενικές οφειλές του συγγραφέα μπορούν να ερμηνευθούν από τον αναγνώστη με διαφορετικούς τρόπους: ως στοιχεία αυθεντικά είτε ως πεποιημένα,ως ντοκουμέντα που υποστηρίζουν την αφήγηση ή ως υλικό που προδίδει την έμπνευση του συγγραφέα.Με τον τρόπο αυτόν οι βεβαιότητες του αναγνώστη υπονομεύονται και η έμφαση δίνεται στην αφήγηση ως κατασκευή.Το βιβλίο διαβάζεται και ως ένα σχόλιο για την αφήγηση της Ιστορίας αλλά και την τέχνη της αφήγησης εν γένει,που αποτελεί θέμα του συγγραφέα το οποίο επανέρχεται στο έργο του.Τα κεφάλαια του βιβλίου έχουν αυτοτέλεια τέτοια, η οποία επιτρέπει την αναδιάταξή τους και την ανάγνωση σε διαφορετική σειρά από αυτόν που μένει τελευταίος.Διότι,ακόμη και όταν έρθει του αφηγητή ο καιρός,πάντοτε θα υπάρχει κάποιος για να ιστορήσει όσα έγιναν,και είναι εκείνος που διαλέγει τι θα πει και πώς θα το πει. Μόλις εκατόν πέντε σελίδων,το βιβλίο φέρει τον υπότιτλο «μυθιστόρημα»,αλλά θα μπορούσε να επιγράφεται «νουβέλα»,ενώ η χαλαρή σύνδεση των κεφαλαίων μεταξύ τους παραπέμπει σε συλλογή ομόκεντρων διηγημάτων.Εν τέλει, ανεξάρτητα από τους ειδολογικούς προσδιορισμούς των έργων του, ο Νόλλας,ο οποίος κινείται μεταξύ διηγήματος,νουβέλας και ολιγοσέλιδου μυθιστορήματος,παραμένει ο συγγραφέας της μικρής φόρμας που πειραματίζεται με τα όρια και τις αντοχές της."
Λαμπρινή Κουζέλη, "Το Βήμα"/ "Βιβλία", 16.5.2010
" «...Μαύρα σπόρια τον πιτσίλισαν και τινάχτηκαν θραύσματα ψίχας και το στήθος του κοκκίνισε...». Η συμβολική αυτή εικόνα από την καινούργια νουβέλα του Δημήτρη Νόλλα Ο καιρός του καθενός (Καστανιώτης), τραβά το χαλί κάτω από τα πόδια του αναγνώστη. Κάτι συμβαίνει εδώ. Ο άντρας που θα εκτελέσει μια νυχτερινή επιχείρηση στο κτίριο της Ναυτιλιακής Α.Ε., έχει ξυπνήσει από έναν πνιγηρό εφιάλτη, και το καρπούζι που καθαρίζει τού γλιστρά και γίνεται χίλια κομμάτια. Στον ύπνο του τον στοίχειωνε η αυτοκτονία του πατέρα του, ο οποίος δεν μπόρεσε να αντέξει τον κόσμο του να αλλάζει· στον ξύπνιο του τον βασανίζει το νόημα της βομβιστικής ενέργειας που ετοιμάζει. Γιατί πρέπει να γίνουν όλα λαμπόγυαλο για να φυτρώσει η νέα ζωή; Για μια στιγμή ένιωσε ότι πήγαινε να εκβιάσει τις εξελίξεις, όπως έκαναν τα μεγαλύτερα αδέλφια του όταν πίεσαν ασφυκτικά τον πατέρα να κλείσει το κρασοπουλειό του στο λιμάνι, και να στήσει μια μοντέρνα επιχείρηση. Για μια στιγμή είδε το αδιέξοδο που προκαλούν αυτοί με τις ανυποχώρητες απόψεις από δω κι από κει. Ομως γρήγορα ξανακυριάρχησε μέσα του η πίστη ότι είναι πολλαπλά υπεύθυνος για όλους και όλα. Κάνει λοιπόν αποφασιστικά τον τελευταίο έλεγχο στις συνδέσεις του ωρολογιακού μηχανισμού, κι ας μην έχει φανεί ο σύντροφος που θα τον κάλυπτε. Αλλά ξαφνικά, «σκοτάδι σκέπασε τα μάτια του, ενώ ένα καυτό κι αστραφτερό λευκό τον τύλιξε...».
Αυτή είναι η ιστορία του Αθου που σε τρεις εβδομάδες θα υποκύψει στα τραύματά του. Ομως το μυαλό του αναγνώστη θα πάει αυθόρμητα στον Σάββα Ξηρό και στη μοιραία έκρηξη του 2002. Κι όταν θα «γνωρίσει» τους συντρόφους του Αθου, θα αρχίσει να ψάχνει ποιος παραπέμπει στον Γιωτόπουλο, ποιος στον Κουφοντίνα, ποιος στους Πυρήνες της Φωτιάς. Ωστόσο γρήγορα το πράγμα θα μπερδευτεί γιατί θα αχνοφανούν ο Πάμπλο και οι τροτσκιστές, οι παλιοί φραξιονιστές του ΚΚΕ και ο τιμωρητικός βραχίονάς του στην Κατοχή (ΟΠΛΑ) ενώ θα ακουστούν τα ονόματα Ζαχαριάδης, Στάλιν, Ροβεσπιέρος· κι έπειτα, στη θέση των υπέρλαμπρων ηγετών θα αναδυθούν οι επαναστάτες νέας κοπής που μπορεί και να προέρχονται από «φωλιές μικροαπατεώνων». Τότε, ο αναγνώστης θα συνειδητοποιήσει ότι δεν έχει νόημα να ψάχνει για τα ιστορικά πρόσωπα που κρύβονται πίσω από τους ήρωες του Νόλλα. Διότι αυτήν τη φορά δεν έχουμε μια ακόμη απόπειρα της λογοτεχνίας να αφηγηθεί την περιπέτεια της ελληνικής «τρομοκρατίας» (όπως λ.χ. στο Σπίτι και το κελί του Χωμενίδη) αλλά μια προσπάθειά της να εξερευνήσει τις ψυχές των «κοινωνικών επαναστατών» στο διάστημα των τελευταίων 40 χρόνων. Γι΄ αυτό και εδώ δεν ενδιαφέρουν τα «χτυπήματά» τους, αλλά οι συζητήσεις τους. Και σ΄ αυτές, ο Νόλλας είναι μανούλα, όπως φαίνεται και από τα όσα λέει με αφορμή την περίφημη προκήρυξη της 17Ν που αναφερόταν στον Μπαλζάκ και στους δημοσιογράφους. Ξέρει να καταδεικνύει ότι οι συγκρουόμενες απόψεις των «εξεγερμένων μπουρλοτιέρηδων» και όσων υμνούν την ολοκληρωτική καταστροφή της εξουσίας, είναι αποκαλυπτικές για την παθολογία τόσο της εξουσίας όσο και της κοινωνίας. Ξέρει να εξηγεί γιατί κάθε εποχή υπαγορεύει τους δικούς της τρόπους δράσης και αντίδρασης (σήμερα, απαιτούνται, λέει, μέσα «με χαλαρή δημοκρατική επίφαση»). Όπως ξέρει και ότι η λέξη “τρομοκρατία” είναι απριόρι φορτισμένη και γι΄ αυτό δεν τη χρησιμοποιεί πουθενά.
Στον Καιρό του καθενός υπαινίσσεται λοιπόν ότι το «έμβολο του εκσυγχρονισμού» ήταν καταλυτικό (και) για την αλλαγή φυσιογνωμίας της αντιεξουσιαστικής πάλης. Ετσι, ο αναγνώστης παρακολουθεί από μέσα τρεις γενιές επαναστατών- από τους γεροντότερους που είχαν ζήσει τα χρόνια της δικτατορίας ώς τους νεώτερους που γεννήθηκαν μετά τα Ιουλιανά- να κοντράρονται συζητώντας για τον ρόλο, τους στόχους και τα λάθη τους. Παράλληλα, «μυρίζεται» το κλίμα της εποχής μέσα από μια σειρά αποκόμματα εφημερίδων του 1990 με ειδήσεις του αστυνομικού δελτίου που παρεμβάλλονται στην αφήγηση σαν υπαινιγμοί για ό,τι θα ακολουθήσει. Οι πνιγμοί νέων ανθρώπων, οι κλοπές πυρομαχικών, ο αλληλοσκοτωμός δυο ηλικιωμένων αδελφών κ.ά. φαίνονται τυχαία γεγονότα κι όμως σε ένα δεύτερο επίπεδο συνδέονται και υπαινίσσονται την ασφυξία που βιώνει μια μερίδα του ενεργού πληθυσμού ενώ η χώρα «αναπτύσσεται», τη βία που αφυπνίζεται, τα κρυμμένα μίση που ξυπνούν, την αλληλοεξόντωση των παλιών συντρόφων... Ο,τι παραλείπει να κάνει ο αντίπαλος, το κάνουν οι δικοί τους, σχολιάζει ο συγγραφέας, δίνοντας διάφορα παραδείγματα. "
Μικέλα Χαρτουλάρη, "Τα Νέα"/ "Βιβλιοδρόμιο", 22.5.2010
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα:
Ο Δημήτρης Α. Νόλλας γεννήθηκε το 1940 στην Αδριανή Δράμας από γονείς Ηπειρώτες. Η οικογένεια του εκτοπίστηκε από τα βουλγαρικά στρατεύματα κατοχής και εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα το 1943.
Σπούδασε στην Αθήνα και την Φρανκφούρτη νομικά και κοινωνιολογία, χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές του καθώς η χρεοκοπία της οικογενειακής επιχείρησης, απ' την οποία αντλούσε το εισόδημά του, τον υποχρέωσε να οδηγηθεί αρκετά νωρίς στην βιοπάλη. Έκτοτε έζησε και εργάστηκε για μεγάλα διαστήματα στην πάλαι ποτέ Δ. Ευρώπη (1962-1975).
Έγραψε και ραδιοσκηνοθέτησε παιδικές εκπομπές για το ραδιόφωνο και σκηνοθέτησε για την κρατική τηλεόραση ενημερωτικές εκπομπές (1975-97).
Δίδαξε τεχνική σεναρίου στο τμήμα επικοινωνίας του Παντείου Πανεπιστημίου (1993-95).
Στην δεκαετία του '80 συνεργάστηκε σε σενάρια κινηματογραφικών και τηλεοπτικών παραγωγών με τους σκηνοθέτες Χατζή, Παναγιωτόπουλο, Αγγελόπουλο, Σμαραγδή, Λαμπρινό και Βούλγαρη.
Διακρίσεις:
- Ford Foundation grant (1975-76)
- Fullbright Grand για το International Writing Program του Πανεπιστημίου της lowa (1978)
- Κρατικό Βραβείο Διηγήματος (1983)
- Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1993)
- Βραβείο Διηγήματος περιοδικού Διαβάζω (1996).
Διηγήματά του έχουν μεταφραστεί σε διάφορες ανθολογίες (γερμανικά, αγγλικά, ολλανδικά, σερβικά, τσέχικα και γαλλικά).