ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

NEWSLETTER

Email

ΝΕΕΣ ΑΦΙΞΕΙΣ

ΝΕΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ

ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ

BEST SELLERS 2024

Bestsellers 2024...»
All time Bests...»

Σκηνές από τον βίο του Ματίας Αλμοσίνο

-25%

Λιανική τιμή: €21,40

Τιμή Bestseller: €16,05

Συγγραφέας: Ζουργός Ισίδωρος

Εκδότης: Πατάκης

Κατηγορία: Έλληνες Συγγραφείς

ISBN: 9789601654416

Ημερομηνία έκδοσης: 18/03/2014

Αγορά
18/03

Περιγραφή

Το μυθιστόρημα «Σκηνές από τον βίο του Ματίας Αλμοσίνο» είναι η ανοιχτή παλάμη ενός χεριού που ακουμπάει στον χάρτη της Ευρώπης του 17ου αιώνα ενώ κάθε δάχτυλο της αφήγησης δείχνει και σε διαφορετικό σημείο του ορίζοντα. Η Αγγλία του Νεύτωνα και της Βασιλικής Εταιρείας, το ανεξίθρησκο Άμστερνταμ των εμπόρων, η παγωμένη Πετρούπολη του τσάρου μεταρρυθμιστή, η Βενετία της μάσκας. Ο καρπός του χεριού αγγίζει την οθωμανική απεραντοσύνη, τη Θεσσαλονίκη, την Κωνσταντινούπολη και τον Χάνδακα, τα όρια της Ευρώπης.

Ο Ματίας Αλμοσίνο, κρυπτοεβραίος στη Βασιλεία της Ελβετίας, διασχίζει από τρυφερή ηλικία τη Respublica Cristiana, τη χριστιανική επικράτεια, ορφανός με τον τρόπο του Ντίκενς και δέσμιος της θεοκρατικής καταδυνάστευσης της εποχής του. Κτίζει την ενηλικίωσή του μέσα από περιπέτειες καθώς αλλάζει μάσκες θρησκευτικής και φυλετικής ταυτότητας, διχασμένος σχεδόν ως το τέλος από το μέγα διακύβευμα που εγκαινιάζει ο αιώνας του: τη γέννηση του επιστημονικού λόγου και την ανάφλεξη του ορθολογισμού απέναντι στη νοσταλγία του θαύματος και στις πιο ακραίες μεσσιανικές προσδοκίες. Ο Σπινόζα και απέναντί του οι πιο μισαλλόδοξες συγκρούσεις, ο Ντεκάρτ και ο Σαμπετάι Σεβί, το σύμπαν με τα μάτια της νέας επιστήμης ως καλοκουρδισμένη μηχανή και αντίκρυ η αναμονή του τέλους του κόσμου στα 1666 μ.Χ.

Το μυθιστόρημα εξιστορεί τη ζωή ενός προικισμένου ανθρώπου, γιατρού και πολυπράγμονα στοχαστή, που δρασκελίζει χώρες, γλώσσες, πολιτισμούς, που περιπλανιέται σε ανθρώπους και ιδέες. Ένα βιβλίο για την ιστορία της ιατρικής και της Ευρώπης, ένα χρονικό της νοσταλγίας του Θεού και της συνάντησης των θρησκειών, ένα οδοιπορικό στη μελαγχολία, στην αναζήτηση της φιλοσοφικής καταφυγής, στον άλλο άνθρωπο και στο πρόσωπό του.

Οι τόποι των ταξιδιών αλλάζουν ραγδαία σε μια πλούσια σκηνογραφία: μια διάβαση στις Άλπεις, η Βενετία της παροικίας των Εβραίων και των Γραικών, η Θεσσαλονίκη του Σαμπετάι Σεβί, η Πάντοβα και το φημισμένο της πανεπιστήμιο, το Τζάντε, η πτώση του Χάνδακα, η Κωνσταντινούπολη των θαυμάτων, το Λονδίνο της νέας επιστήμης, τόποι της Γερμανίας, οι ρουμανικές χώρες των ορθόδοξων ηγεμόνων, η επικράτεια του Μεγάλου Πέτρου με τις στέπες και τα ξεχειλισμένα ποτάμια και, τέλος, ένα όρος που το είπανε άγιο.

Όλα είναι σκηνές από τη διάρκεια μιας ζωής· σκηνές μόνο, γιατί ακόμη και το μυθιστόρημα αδυνατεί να αναπαραστήσει τον ανθρώπινο βίο στην ολότητά του.

Σελ: 784

Ο Ισίδωρος Ζουργός γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1964. Σπούδασε Παιδαγωγικά και υπηρετεί στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση ως δάσκαλος. Έχει δυο παιδιά και σήμερα εργάζεται στη Θεσσαλονίκη. Έχει συνεργαστεί στο παρελθόν με διάφορα περιοδικά δημοσιεύοντας ποίηση και πεζογραφία, καθώς και βιβλιογραφικά κριτικά σημειώματα. Έχει επίσης ασχοληθεί με θέματα διδασκαλίας της λογοτεχνίας στο δημοτικό σχολείο και ιστορίας της εκπαίδευσης.

Απόσπασμα από το βιβλίο:

Μονή Διονυσίου, Άγιο Όρος, Οκτώβριος 1725

Ον ειδαν να ερχεται από τη μεριά που στρίβει το

μονοπάτι, εκεί στο γόνατο της ανηφόρας. Ο αδελφός

Πρόδρομος έβαλε την παλάμη σκέπαστρο στα μάτια,

γιατί ο ήλιος του απογεύματος, κόκκινος ως τα έγκατα, του τύ-

φλωνε τα μάτια. εκεί όπου στέκονταν οι αδελφοί, στους στεγα-

σμένους εξώστες, φυσούσε από τη θάλασσα. Ήταν οι τελευταίοι

κυματισμοί της πριν από το σούρουπο, όταν συνήθως τα νερά

γαληνεύουν. Ο ιερομόναχος Σέργιος έσφιξε με το σχοινί πάνω

στο κορμί του το ράσο, γιατί όσο η μέρα χανόταν, η ψύχρα γι-

νόταν ολοένα και πιο αισθητή.

Οι δυο καλόγεροι έστεκαν σιωπηλοί εδώ και λίγη ώρα ακου-

μπώντας στα ξύλινα κάγκελα των μπαλκονιών που μετεωρίζο-

νταν πάνω από την άβυσσο του γκρεμού. Μετά το απόδειπνο

και πριν από τον ερχομό της νύχτας, οι δουλειές στο μοναστήρι

σταματούσαν. Η πόρτα του καθολικού ήταν ακόμα ανοιχτή και

οι ευωδιές από το λιβάνι και τα θυμιάματα σκορπίζονταν σε όλη

την αυλή. αρκετοί αδελφοί, σε μικρές παρέες, συζητούσαν χα-

μηλόφωνα μέχρι να πέσει το σκοτάδι.

«Πρόδρομε, πήγαινε να ειδοποιήσεις τον αρχοντάρη, έχουμε

επισκέπτη».

Έξω από την πύλη ο ξένος είχε καθίσει πάνω στο χείλος της

μεγάλης γούρνας και ρούφαγε λαίμαργα νερό απʼ το μπακιρένιο

τάσι. Ο πορτάρης, ο θυρωρός της πύλης, τον παρατηρούσε σιω-

πηλός, παίζοντας στα χοντρά του δάχτυλα το κομποσκοίνι. Η

πρώτη προσπάθεια να συνεννοηθεί μαζί του είχε αποτύχει. Ο

επισκέπτης ήταν ένας νεαρός ψηλός άντρας, μελαχρινός, με σμι-

χτά πυκνά φρύδια. Έμοιαζε ρωμιός, αλλά δεν ήταν. Μιλούσε

δυο άλλες γλώσσες, πότε τη μια και πότε την άλλη, κι αυτό είχε

κάνει τον πορτάρη να χάσει την υπομονή του.

«Λατίνος μού φαίνεσαι, έχεις κι αυτήν την κουκούλα στην πλά-

τη... γενιά και σπορά των αιρετικών!» μουρμούρισε ο πορτάρης.

Ο νεαρός σκούπισε από τα γένια του τις σταγόνες του νερού

που είχαν κυλήσει από το τάσι και τον κοίταξε αθώα με τα κα-

στανά του μάτια. αδυνατούσε να του απαντήσει – τι άραγε;

αφού δεν είχε καταλάβει. Έστεκε τώρα μπροστά στην πύλη γα-

λήνιος· τα μάτια του όμως μιλούσαν κι άλλες γλώσσες.

ακούστηκαν πατήματα από το εσωτερικό του μοναστηριού.

Ο Πρόδρομος με τον αρχοντάρη εμφανίστηκαν κι άρχισαν να

παρατηρούν αμίλητοι τον νεαρό επισκέπτη. ακουγόταν μόνο το

νερό της κρήνης, που έπεφτε με ορμή μέσα στη γούρνα.

«Βενετσιάνικα μιλάει», σχολίασε ο πορτάρης.

Ο αρχοντάρης τον περιεργάστηκε λίγο ακόμη.

το πανωφόρι

του ήταν ξεθωριασμένο από τον ήλιο και γεμάτο σκόνη, και από

το ένα του στιβάλι, που είχε τρυπήσει στον δρόμο, ξεχώριζαν

δυο λασπωμένα δάχτυλα.

«Ένας μόνο θα μπορέσει να συνεννοηθεί μαζί του», είπε ο

αρχοντάρης κι έστρεψε το κεφάλι του στον Πρόδρομο.

«Κατάλαβα, γέροντα», απάντησε με κατεβασμένο το κεφάλι

ο δόκιμος μοναχός.

«Φέρε πρώτα ψωμί, ελιές κι ό,τι άλλο βρεις στο μαγερειό και

κατέβα γρήγορα μη σας πιάσει η νύχτα».

Ο Πρόδρομος χάθηκε στο λιθόστρωτο που οδηγούσε μέσα

στο μοναστήρι. Στο μεταξύ ο επισκέπτης ταχτοποιούσε τον

υφασμάτινο σάκο που κουβαλούσε στην πλάτη κι ήταν τώρα

αφημένος ανάμεσα στα πόδια του. Συνέχισε να τους κοιτάζει

μʼ εκείνη την αφοπλιστική ηρεμία που είχαν τα μάτια του.

«από πού είσαι; τι είσαι;» ρώτησε ο αρχοντάρης, τονίζοντας

τις τελευταίες συλλαβές και υψώνοντας τη φωνή σαν να είχε

μπροστά του άνθρωπο κουφό κι όχι ξενομερίτη· συνόδεψε μά-

λιστα τα λόγια του και με μια ανυψωτική κίνηση της παλάμης.

«Κίεβο», του απάντησε απρόσμενα ο επισκέπτης και ξέχωσε

ένα τσαλακωμένο χαρτί απʼ τον κόρφο του.

«δεν είσαι αιρετικός, μεγάλη η χάρη της!» απάντησε ο αρ-

χοντάρης και σταυροκοπήθηκε.

Ο επισκέπτης, όρθιος ακόμα, συνέχιζε να του προτείνει το

τσαλακωμένο χαρτί. Ο πορτάρης έκανε ένα βήμα μπροστά, το

ʼπιασε και πήγε να το ανοίξει. Ο αρχοντάρης βιάστηκε να του

το αρπάξει απʼ το χέρι. Ήταν κοινό μυστικό σε όλη τη μονή πως

για τον φύλακα της πύλης τα γράμματα ήταν σαν να ʼβλεπε παι-

δικές ζωγραφιές, αφού δεν τα καταλάβαινε.

«είναι απʼ τον ηγούμενο του αγίου Παύλου», είπε ο αρχο-

ντάρης. Ξερόβηξε κι άρχισε να διαβάζει: «Παρακαλείστε όλοι

οι εν Αγίω Όρει αδελφοί όπως προσφέρετε κατάλυμα και άρ-

τον στον Βασίλι Γκρηγκορόβιτς Μπάρσκι1. Ο εν λόγω ορθόδο-

ξος αδελφός μας έχει κάνει ένα μεγάλο ταξίδι από το Κίεβο

της Μικρορωσίας2 και οδεύει προσκυνητής στους Αγίους Τό-

πους. Είναι δούλος του Θεού της πραγματικής πίστης, ομιλεί

την μικρορωσικήν και λατινικήν και γράφει, όπως διαπιστώ-

σαμε ιδίοις όμμασιν, εκτός από την λατινικήν και την εκκλη-

σιαστικήν σλαβικήν...»

ακούστηκαν πατήματα πίσω απʼ τον αρχοντάρη. Ο δόκιμος

Πρόδρομος είχε πετάξει ως το μαγειρειό με τα ελαφρά του πό-

δια και είχε γυρίσει κρατώντας ένα σκεπασμένο πήλινο κατσα-

ρόλι. Ο αρχοντάρης σταμάτησε το διάβασμα κι απευθύνθηκε

στον δόκιμο. «Άμετε στην ευχή του Θεού! ας αναλάβει τώρα

ο ιωαννίκιος,που μπορεί μαζί του να συνεννοηθεί.

Πρόδρομε, πες στον ιωαν-

νίκιο να του κάνει υπόδειξη να βγάλει απʼ την πλάτη του την

κουκούλα που έχει ριγμένη στον ώμο, γιατί έτσι μοιάζει προ-

σκυνητής της ρώμης. Πες στον γέροντα ιωαννίκιο να του το εξη-

γήσει. Στους αιρετικούς και στους ουνίτες η αγκαλιά της Πανα-

γίας μας δε θʼ ανοίξει ποτέ... Έτσι να του πει».

Ο Πρόδρομος τράβηξε μπροστά κι έκανε νόημα στον Μπάρ-

σκι να τον ακολουθήσει. Πέρασαν μπροστά απʼ το βορδοναρειό3

κι απʼ το χαλκαδειό4· ο αέρας μύριζε σβουνιά και σίδερο. Πα-

ρακάτω, προς τη μεριά της θάλασσας, κατηφόριζε ένα περιβόλι

με πεζούλες γεμάτο κοντές λεμονιές.

Πήραν τελικά ένα στενό μονοπάτι κι άφησαν πίσω τους τα

τείχη του μοναστηριού. Ύστερα από λίγο χώθηκαν μες στο λα-

γκάδι. Πριν τους σκεπάσουν οι θόλοι των φύλλων, ο νεαρός

Μπάρσκι έστρεψε πίσω το κεφάλι και είδε το μοναστήρι από

μακριά. Στο σύθαμπο του δειλινού ξεχώριζαν οι πέντε τρούλοι

του καθολικού. Ο μεσαίος, ο πιο ψηλός, σκεπασμένος όλος με

λιωμένο μολύβι, κοκκίνιζε στο ηλιοβασίλεμα. Πέρα μακριά στη

θάλασσα, από το βάθος της, ο ουρανός μαύριζε. το βράδυ θα

έφτανε με βροχή γεμάτη χοντρές σταγόνες σαν ακρίδες και θα

σκέπαζε όλη τη χερσόνησο.

Ο Πρόδρομος βάδιζε μπροστά αρκετά γρήγορα κι είχε αρχί-

σει να ψάλλει. Ο Μπάρσκι, φορτωμένος τον μπόγο του, έσερνε

το ένα πόδι, που έδειχνε χτυπημένο, και πάλευε να τον ακολου-

θεί κατά βήμα, μη βρεθεί ξαφνικά μόνος στο δάσος. τώρα, χω-

μένοι για τα καλά κάτω απʼ τα πυκνά δέντρα, περπατούσαν στο

μισοσκόταδο. τα πουλιά, άυπνα ακόμη, έπαιζαν τα μάτια τους

εδώ κι εκεί ακούγοντας τα ανθρώπινα πόδια που μπλέκονταν

σε υπέργειες ρίζες και φτέρες.

Κάποια στιγμή ο Πρόδρομος κοντοστάθηκε. Κοίταξε πίσω

του και είδε τον ψηλό ίσκιο να τον ακολουθεί με δυσκολία· τον

λυπήθηκε και στάθηκε να τον περιμένει. Μόλις ο Μικρορώσος

τον έφτασε, ο Πρόδρομος άπλωσε το χέρι να πάρει το βάρος από

την πλάτη του. Ο Μπάρσκι τραβήχτηκε πίσω και αρνήθηκε ευ-

γενικά μʼ ένα κούνημα του κεφαλιού. Ο Πρόδρομος, αν και δεν

μπορούσε να ξεχωρίσει στο μισοσκόταδο τα μάτια του, μπορού-

σε όμως να τα φανταστεί να τον κοιτούν μʼ εκείνο το ίδιο πείσμα,

όπως νωρίτερα μπροστά στην πύλη του μοναστηριού. Έστρεψε

αμήχανα το κεφάλι στο μονοπάτι κι άρχισε τώρα να βαδίζει πιο

αργά, και καθώς η όρεξή του για κάποιο δοξαστικό κοντάκιο είχε

πια χαθεί, ακούγονταν μόνο οι τρίλιες από τα ορνίθια και οι πα-

τούσες τους που παραμέριζαν τα χορτάρια.

«Ο γέροντας ιωαννίκιος», είπε κάποια στιγμή ο δόκιμος, που

δεν άντεχε πια ούτε τα πουλιά ούτε τη μεταξύ τους σιωπή, «εί-

ναι, να ξέρεις, παράξενος άνθρωπος. Μιλάει πολλές γλώσσες –

όταν μιλάει βέβαια, γιατί του αρέσει πολύ η σιωπή και η μονα-

ξιά. Λένε ότι ήταν μεγάλος γιατρός· άλλοι λένε πρίγκιπας κι άλ-

λοι δραγουμάνος, ένας Θεός ξέρει...»

«ευχαριστώ», απάντησε ο Μπάρσκι στα ελληνικά.

«Για ποιο πράγμα;» ρώτησε παραξενεμένος ο δόκιμος.

«ευχαριστώ...» ξανάπε ο Μπάρσκι.

Ο Μικρορώσος είχε βρει τελικά τον τρόπο να τελειώσει μια

συνομιλία που δεν είχε αρχίσει ποτέ. Ύστερα από λίγο τα δέντρα

αραίωσαν και ξαναβγήκαν απʼ το σκοτάδι στο λυκόφως. Στην

άκρη του ξέφωτου φάνηκε ένα χαμηλό κτίσμα. Η στέγη του ήταν

καλυμμένη με γκρίζα πέτρα κι ένας λιγνός καπνός ανέβαινε στον

αέρα και σκόρπιζε.

«το κάθισμα των αγίων αποστόλων», είπε ο δόκιμος καθώς

άλλαζε χέρι την κατσαρόλα που κρατούσε.

Ο Μπάρσκι κοντοστάθηκε και παρατήρησε το κελί στην άκρη

του ξέφωτου. εκείνη τη στιγμή στα χείλη του δόκιμου ήρθε ακό-

μη ένας ψαλμός, καθώς θα σκέφτηκε πως όταν οι άνθρωποι δε

σε καταλαβαίνουν, υπάρχει πάντα η χάρη της, που έχει τʼ αυτιά

της ανοιχτά. Προχώρησαν, ενώ κάτι χαμόκλαδα από τις κουμα-

ριές στο μονοπάτι σκάλωσαν στα ρούχα τους και λίγο έλειψε μʼ

ένα κραταιό σχίσιμο να κρατήσουν ένα κομμάτι ύφασμα και να

ταράξουν τη γαλήνη του ξέφωτου.

«Silentium sacrum5», ψιθύρισε ο Μπάρσκι και σταυροκοπή-

θηκε.

Πέρασαν μέσα από έναν μικρό κήπο με ξύλινο φράχτη κι

έστριψαν προς τη θάλασσα, εκεί που ατένιζε η χαμηλή πόρτα

του κελιού. Ένα μικρόσωμο γεροντάκι ήταν σκυμμένο πάνω στο

χώμα και τους είχε γυρισμένη την πλάτη.

«Πάλι τα μυρμήγκια σου ταΐζεις, γέροντα;» φώναξε ο δόκι-

μος γελώντας, χωρίς όμως να πάρει απάντηση. «ε, γέροντα, ευ-

λόγησον!» ξαναφώναξε ο δόκιμος.

«Ο Κύριος», απάντησε η φωνή.

«Έχεις επισκέπτη, γέροντα. Ο αρχοντάρης σού παραγγέλ-

νει...»

το κυρτωμένο ράσο ανασηκώθηκε κι ο μικρόσωμος καλόγε-

ρος στάθηκε όρθιος στο κατώφλι.

«τʼ αηδόνια σου τι κάνουν;» ρώτησε ο δόκιμος περιπαιχτικά.

«δοξολογούν τον Ύψιστο, νεαρέ», του απάντησε κοφτά ο γέ-

ροντας.

Ο Μπάρσκι πρόσεξε το πρόσωπο του καλόγερου. εκτός απʼ

το στέγνωμα των γηρατειών, έδειχνε πως ήταν σημαδεμένο,

παρʼ όλο που έκρυβε το περισσότερο μια μακριά γενειάδα που

έφτανε ως το στήθος.......

Συνέντευξη στο Protagon.gr:

Γεννημένος το 1964 στη Θεσσαλονίκη, όπου ζει με την οικογένειά του και εργάζεται ως δάσκαλος, ο Ισίδωρος Ζουργός είναι ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της γενιάς του. Τα μυθιστορήματά του κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Πατάκη. Λογοτεχνικά και τεχνοκριτικά κείμενά του έχουν δημοσιευθεί στο παρελθόν σε διάφορα περιοδικά. Ακόμη, έχει συμμετάσχει σε τρεις συλλογικές εκδόσεις. Το 2011 τιμήθηκε με το βραβείο αναγνωστών του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου για το τελευταίο του μυθιστόρημα, τα Ανεμώλια. Αναμένεται η κυκλοφορία του έβδομου μυθιστορήματός του με τίτλο «Σκηνές από τον βίο του Ματίας Αλμοσίνο».

Το ιστορικό μυθιστόρημα είναι ένα είδος που το έχετε υπηρετήσει με τα έργα σας Στη Σκιά της Πεταλούδας και Αηδονόπιτα, στην οποία εμφανίζονται ως πρόσωπα του έργου ο ανώνυμος συγγραφέας της Ελληνικής Νομαρχίας, ο Καραϊσκάκης και ο Λόρδος Βύρωνας. Στον Φράουστ ανάμεσα στους μυθιστορηματικούς χαρακτήρες συναντούμε τον Γκαίτε, τον Ντοστογιέφσκι και τον Καζαντζάκη. Τα Ανεμώλια πάλι συνομιλούν με τον ομηρικό κόσμο. Είναι απλά και μόνο ένας φόρος τιμής, τα ιστορικά και μυθικά πρόσωπα των βιβλίων σας γίνονται φερέφωνα των δικών σας αντιλήψεων, εκθέτουν απόψεις σύμφωνες με τη δράση και τις ιδέες τους ή συμμετέχουν ενεργά στη μυθιστορηματική πλοκή;

Η συγγραφική μου ταυτότητα, όπως και όλων των συγγραφέων, δεν έχει προέλθει από παρθενογένεση. Αυτό σημαίνει ότι εγώ ως αναγνώστης αρχικά και ως συγγραφέας αργότερα έχω μέσα μου ιερά εικονίσματα της λογοτεχνίας. Είναι αδύνατον λοιπόν από τη στιγμή μάλιστα που η λογοτεχνία είναι μερικές φορές και μια ιδιότυπη προσευχή, αυτά να μην παρεισφρήσουν. Σε μένα τυχαίνει να τα αναφέρω και να βάζω μάλιστα και πρόσωπα από αγαπημένα μου έργα να συμμετέχουν στην πλοκή. Θα μπορούσε κάποιος να έχει έντονες τις επιρροές του χωρίς να κατονομάζονται εμφανώς, αλλά ένας ασκημένος αναγνώστης μπορεί να τις διακρίνει.

Πιστεύετε πως πολλές φορές η μυθιστορηματική πλοκή στερείται αληθοφάνειας; Υπάρχουν κάποια σημεία, στη Σκιά της πεταλούδας επί παραδείγματι, που να χαρακτηρίζονται από την απιθανότητα της πλοκής;

Αν το πίστευα, θα τα παρέλειπα και όχι επειδή εξαρχής αυτό είναι κακό. Θα μπορούσε να υπάρχει ένα καταπληκτικό μυθιστόρημα το οποίο σε κάποια σημεία να στερούνταν αληθοφάνειας, και υπάρχουν τέτοια αμέτρητα. Αυτό δεν σημαίνει πως η έλλειψη αληθοφάνειας είναι εξ ορισμού ελάττωμα, στο συγκεκριμένο όμως βιβλίο ήταν μέσα στις προθέσεις μου να είναι αληθοφανές, μπορεί σε ένα άλλο βιβλίο να μην είναι, δεν το θεωρώ απαραίτητο. Σκοπός του μυθιστορήματος δεν είναι να κάνει ένα ντοκιμαντέρ υπό μορφή κειμένου.

Η οικονομική ύφεση επηρεάζει τα γραφόμενά σας;

Εάν βάλουμε μια συμβατική ημερομηνία έναρξης της κρίσης, αυτό σημαίνει περίπου τριάμισι χρόνια. Το τελευταίο μου μυθιστόρημα, τα Ανεμώλια, ολοκληρώθηκε κάποιους μήνες πριν. Νομίζω ότι στο βιβλίο υπάρχουν εμφανή σημάδια αγωνίας για το τι γίνεται γύρω μας, αυτή η αγωνία δεν περιορίζεται μόνο στην οικονομική κρίση, αλλά αφορά και αυτό το οποίο είχαμε συνειδητοποιήσει από καιρό, ότι η χώρα είχε καταρρεύσει πολιτισμικά, θεσμικά και ηθικά.

Πάντως στις τελευταίες σελίδες στα Ανεμώλια η κρίση εμφανίζεται πρόδρομα στο πρόσωπο της πρώην γυναίκας του Στάθη, που φοβάται τις απολύσεις στο σούπερ μάρκετ στο οποίο εργάζεται.

Φανταστείτε ότι αυτές οι σειρές γράφονται τον Δεκέμβριο του 2009. Δηλαδή το βιβλίο τελειώνει πριν από την επίσημη έναρξη της κρίσης τον επόμενο Φεβρουάριο με το διάγγελμα του τότε πρωθυπουργού και τελειώνει με τον τρόπο που είπατε προηγουμένως. Υπό αυτή την έννοια αποδεικνύεται ότι η λογοτεχνία συμβαίνει συχνά να ψυχανεμίζεται πτυχές της ζωής που δεν έχουν ακόμα εκδηλωθεί. Μιλάω γενικότερα βέβαια και όχι μόνο για τα δικά μου τα βιβλία.

Ο συγγραφέας σήμερα κάνει παραχωρήσεις στην ποιότητα του έργου του χάριν της εμπορικότητας;

Ο πραγματικός δημιουργός, ο καλλιτέχνης γενικότερα, δύσκολα το κάνει αυτό. Κι αν ακόμα εμφανιστεί ο πειρασμός και τελικά ενδώσει, έχει να χάσει περισσότερα από όσα να κερδίσει. Το σημαντικό για κάθε συγγραφέα είναι να κάνει πράξη τα οράματά του για τον κόσμο. Οι παραγγελίες στην τέχνη ήταν μοτίβο των προηγούμενων αιώνων και είχαν να κάνουν κυρίως με τη ζωγραφική και τη γλυπτική. Για οποιονδήποτε προσπαθεί σήμερα να συμμορφωθεί με επιταγές της αγοράς έχοντας ταυτόχρονα το όνειρο της τέχνης και όχι μια οποιαδήποτε αφήγηση, νομίζω ότι είναι προδιαγεγραμμένο να αποτύχει. Μπορεί να υπάρξει μια πρώτη ανταπόκριση του αναγνωστικού κοινού, αλλά αργά ή γρήγορα οι αναγνώστες διακρίνουν την ποιότητα και την αλήθεια των κειμένων.

Αυτό προϋποθέτει όμως κι έναν αναγνώστη ασκημένο...

Έχετε δίκιο, αλλά νομίζω πως οποιοδήποτε κείμενο οριοθετεί σε γενικές γραμμές και το αναγνωστικό του κοινό. Ένας συγγραφέας λοιπόν εξ ορισμού έχει συντεταγμένες, χωρίς να σημαίνει ότι είναι επακριβώς ορισμένες. Ένα βιβλίο για παράδειγμα το οποίο έχει πολλούς υπαινιγμούς, εμπλουτισμένο λεξιλόγιο, διακειμενικότητες, εκ των πραγμάτων απαιτεί έναν αναγνώστη που να έχει μια αναγνωστική ευχέρεια και εμπειρία. Λίγες είναι οι περιπτώσεις που ένα βιβλίο έχει τη δυνατότητα να απευθυνθεί από τον πιο απαίδευτο μέχρι και τον πιο πεπαιδευμένο αναγνώστη. Συνήθως πρόκειται για κείμενα αριστουργήματα, όπως για παράδειγμα το Ημερολόγιο ενός αιχμαλώτου του Στρατή Δούκα.

Είναι η επιτυχία πηγή φθόνου;

Είναι κι αυτό μέσα στα ανθρώπινα. Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο ορισμένες φορές, όταν υπάρχει ένα βιβλίο με μεγάλη εμπορική επιτυχία, να αποδείξει τη λογοτεχνικότητά του, γιατί η εμπορική επιτυχία το επισκιάζει. Πολλοί αναγνώστες μού έχουν εξομολογηθεί πως όταν είδαν τον αριθμό των αντιτύπων στα εξώφυλλα κάποιων βιβλίων μου, ξεκίνησαν αρνητικά προδιατεθειμένοι. Είναι λοιπόν η άλλη όψη της «επιτυχίας». Τα βιβλία οφείλουν να ξεκινούν με αφετηρία την αλήθειά τους και όχι την εμπορική στοχοθεσία. Εάν ένα βιβλίο συναντηθεί με τους αναγνώστες, έχει καλώς, σε κάθε όμως περίπτωση πρέπει να φέρει την αλήθεια του συγγραφέα. Αυτό είναι το πιο σημαντικό.

Συμφωνείτε με την άποψη ορισμένων κριτικών ότι στην Ελλάδα το μυθιστόρημα γράφεται κυρίως από γυναίκες για γυναίκες; Αυτό μήπως επηρεάζει και τους άντρες συγγραφείς που έχουν διαφορετικούς στόχους;

Υπάρχει αυτό ως σκιά που πλανάται, ότι το μυθιστόρημα στην Ελλάδα έχει να κάνει περισσότερο με τον γυναικείο πληθυσμό και άρα κατʼ επέκταση έχει θυσιαστεί η επιδίωξη της καλλιτεχνικής αξίας στον βωμό της συγκίνησης. Νομίζω ότι είναι λίγο άδικο αυτό, όπως άδικη είναι και κάθε γενίκευση. Από εκεί και πέρα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι εννοούμε όταν λέμε μυθιστόρημα που έχει στοιχειώδεις καλλιτεχνικές επιδιώξεις και πληροί βασικούς αισθητικούς όρους. Στην Ελλάδα υπάρχει μια σύγχυση με αυτά τα μυθιστορήματα, τα οποία ολοφάνερα δεν έχουν αισθητικές επιδιώξεις, από την άλλη όμως διαβάζονται από τον κόσμο. Δεν με ενοχλεί κι αυτού του είδους ο τρόπος γραφής, αλλά νομίζω πως αυτό δεν αφορά τη λογοτεχνία αυτή καθʼ αυτή. Τα τελευταία χρόνια η παραλογοτεχνία σημαίνεται και εξωτερικά, από τα εξώφυλλα, άλλωστε και οι τίτλοι είναι πολλές φορές εύγλωττοι. Η διάκριση των μυθιστορημάτων από μέρους του κόσμου είναι απαραίτητη, σε αυτά τα οποία έχουν λογοτεχνικές επιδιώξεις και σε εκείνα τα οποία απλώς γράφονται με σκοπό μια εφήμερη τέρψη.

Αυτό που διακρίνει τη λογοτεχνία από την παραλογοτεχνία είναι η βάσανος του χρόνου;

Νομίζω πως είναι ένα κριτήριο από τα πολλά. Συμπληρωματικά θα μπορούσα να προσθέσω ότι η ευκολία αντιστρατεύεται τη λογοτεχνική αξία. Θα μπορούσαμε επίσης να μιλήσουμε για μασημένη τροφή, για την έλλειψη αγωνίας για τη γλώσσα και άλλα. Δεν αποκλείουμε όμως το ενδεχόμενο κάποια βιβλία που η κριτική τα υποβάθμισε ή αδιαφόρησε για αυτά να συγκινούν ένα πεπαιδευμένο κοινό. Η συγκίνηση είναι κάτι που συχνά ξεφεύγει από την αστυνόμευση του ορθού λόγου και στην τέχνη έχει ιδιαίτερη σημασία. Θα σας αναφέρω ένα παράδειγμα. Το Σινεμά ο Παράδεισος, όταν πρωτοβγήκε, ήταν μια ταινία στην οποία οι κριτικοί δεν έδωσαν την παραμικρή σημασία. Πείτε μου όμως υπάρχουν πολλές ταινίες που να έχουν συγκινήσει τον κόσμο τόσο βαθιά όσο αυτή; Η ταινία αυτή κέρδισε τη θέση της στην ιστορία του κινηματογράφου χωρίς μεσάζοντες.

Υπάρχει συναδελφική αλληλεγγύη μεταξύ συγγραφέων ή είναι ένα σύντομο ανέκδοτο;

Εκείνο το οποίο βιώνω εγώ είναι ότι τις τελευταίες δεκαετίες είτε επειδή η παρουσία των περιοδικών έχει εξασθενήσει είτε επειδή στέκια δεν υπάρχουν πια είτε τέλος επειδή είναι η φύση της γραφής τέτοια, είμαστε αρκετά μοναχικοί. Γιατί η δουλειά μας δεν είναι σαν τη δουλειά του κινηματογράφου ή του θεάτρου, στις οποίες η συλλογικότητα είναι πρώτο ζητούμενο. Πέρα από αυτά η δική μου εμπειρία δείχνει ότι σαφώς δεν υπάρχει συνοδοιπορία, αλλά από την άλλη δεν έχω νιώσει και κανέναν άγριο ανταγωνισμό. Νομίζω ότι και στη δική μας περίπτωση όλοι μας επιλέγουμε αυτούς με τους οποίους έχουμε εκλεκτικές συγγένειες. Νάτος ο Γκαίτε πάλι!

Μπορεί να υπάρξει αυτόφωτη ελληνική λογοτεχνία; Έχουμε κατά νου τη ρήση του Ξενόπουλου ότι η Ελλάδα λογοτεχνικά υπήρξε μια επαρχία της Γαλλίας. Μήπως εδώ και δεκαετίες είμαστε μια αγγλοσαξονική επαρχία;

Νομίζω πως κάθε γλώσσα και δικαιούται και μπορεί να παράγει μια λογοτεχνία δική της, παιδί της. Πιστεύω στη μεγάλη συνάντηση των ανθρώπων, όχι όμως σε ένα κατευθυνόμενο πρότυπο αγγλοσαξονικό, το οποίο θέλει να μετατρέψει όλο τον κόσμο σε ένα πολιτισμικό λούνα παρκ τύπου Χάρι Πότερ, Ντίσνεϋλαντ και πάει λέγοντας. Αλίμονο αν φτάσουμε στο σημείο να καταναλώνουμε πολιτισμικά αγαθά τα οποία εκπορεύονται από ένα κέντρο εξουσίας με μία συγκεκριμένη αισθητική και μία συγκεκριμένη μορφή. Ναι στη συνάντηση στα πλαίσια μιας γόνιμης ανταλλαγής, αλλιώς αυτή η συνάντηση είναι πολιτισμικός ιμπεριαλισμός.

Το μυθιστόρημα και πόσο μάλλον το παιδικό βιβλίο θέτουν πρότυπα; Μπορεί να επηρεάσουν τη στάση και τη συμπεριφορά ενός νέου ανθρώπου; Και αν ένα βιβλίο μπορεί να επηρεάσει ένα νέο, πώς φαντάζεστε αυτή την επίδραση;

Αν μιλάμε με όρους παιδικής και νεανικής λογοτεχνίας, υπάρχει αναπόφευκτα μια παιδευτική και διδακτική διάσταση, είναι κάτι το οποίο το συμμερίζομαι και ως δάσκαλος. Ούτως ή άλλως υπάρχει μίμηση προτύπων, διότι υπάρχουν πάρα πολλοί σημαντικοί χάρτινοι ήρωες που επηρεάζουν τα παιδιά. Αν πάμε όμως στη λογοτεχνία των ενηλίκων, όπου δεν υπάρχουν οι περιορισμοί της ηλικίας, νομίζω πως η παιδευτική και η διδακτική διάσταση τοποθετούνται σε άλλες βάσεις. Η περίπτωση της παιδικής λογοτεχνίας είναι μια ιδιόμορφη περίπτωση. Σε ό,τι αφορά το μυθιστόρημα ενηλίκων, τα πρότυπα μπορεί να υπάρχουν, γιατί όχι; Ο διδακτισμός όχι. Ο διδακτισμός και η τέχνη είναι λάδι και νερό: δεν πάνε ποτέ μαζί.

Η ιδιότητά σας ως μυθιστοριογράφου εκτόπισε τη χαρά του αναγνώστη από μέσα σας; Σας έκανε να έχετε μια ανατομική αντίληψη για τη λογοτεχνία;

Πολύ ωραία ερώτηση, γιατί πραγματικά ελλοχεύει ο κίνδυνος, όταν είσαι συγγραφέας να μην μπορείς να χαρείς αυτά με τα οποία έχεις τραφεί και μεγαλώσει: τη χαρά της ανάγνωσης, την ηδονή της, τη διεύρυνση του οπτικού ορίζοντα, αυτή την ανακαίνιση του εαυτού σου που νιώθεις με τα κείμενα, διότι μπαίνει πάντα ο πειρασμός να δεις τα πράγματα με τη ματιά του ομοτέχνου, να ανακαλύψεις δηλαδή τεχνικές και τεχνάσματα. Είναι γεγονός βέβαια πως έτσι κι αλλιώς δεν διαβάζουμε πάντα με τον ίδιο τρόπο, διότι υπάρχουν και αναγνώσεις που γίνονται με σκοπό να εκμαιεύσουμε κάτι που μας χρειάζεται. Οι αβίαστες αναγνώσεις, της ελευθέρας βοσκής, καλό θα είναι να υπάρχουν πάντα, γιατί παραδίνεσαι στον συγγραφέα με μια αθωότητα, που σε άλλες περιπτώσεις νιώθεις πως την έχεις χάσει.

Είναι διδακτή η συγγραφική αρετή; Αν ναι, στα εργαστήρια δημιουργικής γραφής διδάσκεται η συγγραφή ή η ματαιοδοξία;

Δεν έχω ιδιαίτερη εμπειρία στα της δημιουργικής γραφής. Νομίζω ότι είναι κάτι πολύ θετικό με την έννοια ότι παρέχει τεχνικές, για να μπορέσει κάποιος να εκφραστεί με έναν πιο αποτελεσματικό τρόπο. Αλλά από το να δείχνεις κάποιες τεχνικές για τη βελτίωση της γραπτής έκφρασης μέχρι το να υποβάλεις σε κάποιον την ιδέα ότι μπορεί να γίνει δημιουργός μόνο μέσα από τεχνικές διαδικασίες, είναι μεγάλη η απόσταση. Στη δεύτερη περίπτωση θα διαφωνούσα φυσικά, στην πρώτη γιατί όχι;

Ο φόβος του κενού υπάρχει; Εσείς τον αισθανθήκατε ποτέ;

Υπάρχει. Δεν τον έχω αισθανθεί μέχρι στιγμής, αλλά έχω τον φόβο του φόβου του κενού: ότι αυτός κάποια στιγμή θα έρθει κι εγώ θα πρέπει να τον διαχειριστώ. Είναι ο γνωστός εφιάλτης των συγγραφέων, το γνωστό «εγώ δεν έχω πια τίποτα να πω» και νομίζω πως όταν έρχεται, είναι μια δύσκολη ώρα. Όμως θα μου επιτρέψετε να προσθέσω και κάτι άλλο: μια πάρα πολύ δύσκολη ώρα για τον συγγραφέα είναι η ώρα της πολτοποίησης των βιβλίων του. Να το πούμε κι αυτό, γιατί συνήθως μιλάμε για τη χαρά της γένεσης της λογοτεχνίας και της γραφής, αλλά υπάρχει από πίσω –και οι εποχές το επιβάλλουν– και το ενδεχόμενο της πολτοποίησης. Κι αυτό είναι κάτι που δεν το έχω ζήσει μέχρι στιγμής, αλλά μπορεί να συμβεί οποιαδήποτε ώρα και στιγμή. Εκείνη είναι μια δύσκολη ώρα. Είναι η αναγγελία και η επισημοποίηση ενός θανάτου.

Το διαδίκτυο μπορεί να βοηθήσει σε αυτή την περίπτωση;

Νομίζω το διαδίκτυο είναι ένα πάρα πολύ καλό μνημόσυνο αλλά κομίζει επίσης και μια αναστάσιμη προοπτική. Προσφέρει τεχνικά τη δυνατότητα να μη χαθούν τα κείμενα. Εγώ θα ήθελα όλα τα πολτοποιημένα βιβλία κάποια στιγμή να μπουν με κάποιον τρόπο στο διαδίκτυο, όπως θα ήθελα με κάποιον τρόπο να μπουν κι όλα αυτά τα βιβλία τα οποία ενδιαφέρουν πολύ λίγους ανθρώπους, αλλά κι αυτά που πάνε ίσως και αιώνες που γράφτηκαν ή άλλα που δεν έχουν εκδοθεί ποτέ. Έτσι θα ήθελα να λειτουργήσει το διαδίκτυο: σαν αλεξιλύπιο της ανθρώπινης θνητότητας.

Θεωρείτε προσβλητική την ευχή «καλές πωλήσεις», όταν γίνεται λόγος για τα βιβλία σας;

Εάν καθίσεις και το εξετάσεις προσεκτικά, ενέχει κάτι το προσβλητικό. Από κει και πέρα αυτά τα λόγια δεν είναι μόνα τους, εκστομίζονται από συγκεκριμένους ανθρώπους. Στις περισσότερες περιπτώσεις, όταν λέγεται αυτό, οι άνθρωποι έχουν τις καλύτερες προθέσεις. Ας μη μένουμε στη σύνταξη και στο περιεχόμενο δύο λέξεων και ας τα συνδυάσουμε κάθε φορά με τον άνθρωπο που μας το εύχεται. Μπορεί όταν το λέει κάποιος, από πίσω να υποκρύπτεται μια επιθετικότητα και μια ειρωνεία. Αλλά υπάρχουν και πολλές περιπτώσεις, οι περισσότερες, στις οποίες ο άλλος σου εύχεται κάτι από την καρδιά του, οπότε γιατί να το αρνηθείς και να μεμψιμοιρείς;

*Ο Κώστας Δρουγαλάς σπούδασε νεοελληνική φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

*Ο Διονύσης Ζαρώτης σπούδασε κλασική φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Έλληνες Συγγραφείς

-10%
01/01

Οι εγκλωβισμένοι

Δημήτρης Οικονόμου

Τιμή: 13,90  9,73

Αγορά
-10%
23/12

Στη σκιά του Μαύρου Ήλιου

Μαλέλης Σταμάτης

Τιμή: 14,90  13,41

Αγορά
-10%
15/12

Ισμαήλ και Pόζα

Γιαννέλης-Θεοδοσιάδης Γιάννης

Τιμή: 14,33  12,90

Αγορά
-10%
12/12
-10%
05/12

Κοντά στην κοιλιά

Δημητρίου Σωτήρης

Τιμή: 8,00  7,20

Αγορά
-10%
01/12

Ο δράκος της Πρέσπας Ι - Η Κοιλάδα της Λάσπης

Μπουραζοπούλου Ιωάννα

Τιμή: 19,17  17,25

Αγορά
-10%
01/12

Τα παράξενα που δεν ξεχνάμε

Γκιμοσούλης Κωστής

Τιμή: 10,65  9,58

Αγορά
-10%
25/11

Αλλέγκρα

Ανδρουλάκης Μίμης

Τιμή: 18,50  16,65

Αγορά
-10%
25/11

Μηχανικοί καταρράκτες

Τριανταφύλλου Σώτη

Τιμή: 8,50  7,65

Αγορά
-10%
24/11

Ήταν κι αυτό μια αιτία για να πεθάνει ο Ευγένιος

Καργάκος Ι.Σαράντος

Τιμή: 15,00  13,50

Αγορά
-10%
20/11

Μην κοιτάξεις πίσω

Μεταξά Ελευθερία

Τιμή: 15,44  13,90

Αγορά
-10%
20/11

Νησιά ξεχασμένα στον χρόνο

Λεονάρδος Γιώργος

Τιμή: 14,91  13,42

Αγορά
-10%
20/11

Σιωπάς για να ακούγεσαι

Βαμβουνάκη Μάρω

Τιμή: 14,40  12,96

Αγορά
-10%
17/11

Μελίσσια

Σταμάτης Αλέξης

Τιμή: 14,91  13,42

Αγορά
-10%
17/11

Φρανκενστάιν Rec

Ζάπας Κώστας

Τιμή: 15,97  14,37

Αγορά
-10%
15/11

Σκέψου εμένα όταν πονάς

Κεκροπούλου Ελένη

Τιμή: 17,89  16,10

Αγορά
-10%
06/11

Vino Santo-Το κρασί του έρωτα

Πριοβόλου Ελένη

Τιμή: 17,04  15,34

Αγορά
-10%
06/11

Ζωές του Φθινοπώρου

Παπαθεοδώρου Θοδωρής

Τιμή: 18,80  16,92

Αγορά
-10%
30/10

Ένα

Λαμπαρδής Πασχάλης

Τιμή: 15,40  13,86

Αγορά
-10%
27/10

Επειδή είναι η καρδιά μου

Κορτώ Αύγουστος

Τιμή: 12,50  11,25

Αγορά
-10%
23/10

Όλα για λίγο παράδεισο

Τσιμτσιλή Σταματίνα

Τιμή: 16,60  14,94

Αγορά
-10%
20/10

31 αξέχαστα χρόνια

Φυντανίδης Σεραφείμ

Τιμή: 15,50  13,95

Αγορά
-10%
20/10

Ακόμα φεύγει

Μπογιάνου Ευγενία

Τιμή: 14,00  12,60

Αγορά
-10%
20/10
-10%
20/10

Έρωτας ή τίποτα

Καραγιάννης Δημήτρης

Τιμή: 18,00  16,20

Αγορά
-10%
20/10

Η κοινωνία των ίσων

Κιουπκιολής Αλέξανδρος

Τιμή: 22,00  19,80

Αγορά
-10%
20/10

Ο θησαυρός του χρόνου

Κουμανταρέας Μένης

Τιμή: 19,80  17,82

Αγορά
-10%
20/10

Τελευταία έξοδος Στυμφαλία

Μοδινός Μιχάλης

Τιμή: 14,00  12,60

Αγορά